Απάντηση του Υπουργού Ανάπτυξης και Επενδύσεων, κ. Άδωνι Γεωργιάδη, στη Βουλή, σε επίκαιρη ερώτηση του Βουλευτή Επικρατείας της Ελληνικής Λύσης, κ. Βασίλειου Βιλιάρδου, με θέμα: «Υψηλές προμήθειες τραπεζών και 30% υποχρέωση ηλεκτρονικών συναλλαγών επί του εισοδήματος»
Απάντηση του Υπουργού Ανάπτυξης και Επενδύσεων στη Βουλή για τις υψηλές προμήθειες τραπεζών 22.6.20 https://youtu.be/OTTl-VxSXSU
«Πέραν της γραπτής ερώτησης που καταθέσατε, προσπαθήσατε να προκαταλάβετε και τι πρόκειται να πούμε. Ας κάνουμε μία ελεύθερη κουβέντα, αφήνοντας για λίγο το αν πήραν 1,2 δις ή αν είναι ακόμα 3 δις και ας πάμε στον πυρήνα της συζητήσεώς σας.
Έρχεστε στη Βουλή, όχι μόνο εσείς αλλά και άλλοι συνάδελφοι από άλλα κόμματα -νομίζω είναι η 3η φορά που απαντάω στην ίδια ερώτηση- και ισχυρίζεστε ότι είναι υπερβολικές οι χρεώσεις των τραπεζών. Αυτό δεν είναι το βασικό επιχείρημα;
Η τεκμηρίωσή σας ήταν ότι οι δανειστές μας έβαλαν να πουλήσουμε τις περιφερειακές επενδύσεις των ελληνικών τραπεζών. Αληθές εν μέρει ή εν όλω, αυτό όμως δεν αφορά την προκειμένη συζήτηση και ότι αφού έχουμε μικρότερες γενικές δραστηριότητες, υπό την έννοια αυτή χειρίζονται περισσότερες ηλεκτρονικές συναλλαγές.
Η συζήτηση περί τραπεζών είναι η πιο εύκολη συζήτηση να κάνει ένας Βουλευτής. Για ποιο λόγο; Διότι όλοι οι άνθρωποι θέλουν να παίρνουν τα πράγματα τζάμπα και όλοι οι άνθρωποι να παίρνουν λεφτά.
Άρα, τι λέει ο ελληνικός λαός σήμερα; Οι μισοί λένε: «πιέστε τις τράπεζες να δώσουν δάνεια». Μάλιστα ο ΣΥΡΙΖΑ λέει «και χωρίς κριτήρια» ώστε όποιος μπαίνει στην τράπεζα να βγαίνει με λεφτά.
Οι άλλοι μισοί λένε: «να μην πληρώνουμε τίποτα στην τράπεζα γιατί θέλουμε να τα παίρνουμε τσάμπα». Αυτήν την κουβέντα θα κάνουμε τώρα σοβαρά; Εδώ είναι Βουλή. Δεν θα κάνουμε αυτά που λένε τώρα στα καφενεία. Η απάντηση είναι πάρα πολύ απλή: Δεν είναι υπερβολικές οι χρεώσεις στην Ελλάδα. Τελεία.
Γιατί δεν είναι υπερβολικές; Γιατί πρέπει να βάλουμε ένα κριτήριο, πως θα κρίνουμε αν είναι υπερβολικές οι χρεώσεις. Είμαστε λοιπόν σε μία Τραπεζική Ένωση. Δεν είμαστε μόνοι μας. Συγκρινόμαστε με μία άλλη οικογένεια τραπεζών, τις αντίστοιχες συστημικές τράπεζες των υπολοίπων χωρών της Ευρωζώνης.
Πάμε λοιπόν να συγκρίνουμε. Όχι μόνο, προσέξτε, ως ποσοστό επί του τζίρου, ας το πω έτσι. Διότι, αφού το είπατε εσείς, το απάντησε στον κύριο Παπαδημούλη η αρμόδια Επιτροπή της Commission, ότι στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα αυτό αναλογεί κατά το ήμισυ σε σχέση με το Ευρωπαϊκό.
Δηλαδή, σε ένα συνολικό τζίρο των Ευρωπαϊκών συστημικών τραπεζών από τα κόμιστρα, από τις προμήθειες που βάζουν για τις ηλεκτρονικές και μη ηλεκτρονικές συναλλαγές, όλες οι υπόλοιπες Ευρωπαϊκές τράπεζες εισπράττουν το 35% του τζίρου τους από αυτές τις συναλλαγές. Οι ελληνικές τράπεζες εισπράττουν το 16% του τζίρου τους από αυτές. Άρα, στο πρώτο κριτήριο, στη σύγκριση, είμαστε κάτω από το μισό. Όσον αφορά όμως και μοναδιαία είμαστε κάτω από το μισό.
Ωραία λοιπόν τώρα, είμαστε μία οικογένεια τραπεζών με άλλες Ευρωπαϊκές χώρες και σε μία συγκεκριμένη χρέωση είμαστε με όποιο κριτήριο και αν το πάρεις, κάτω από το μισό και συνεχώς αναπαράγουμε τη συζήτηση, ότι έχουμε υπερβολικές χρεώσεις;
Τι θέλετε τώρα; Θέλετε από τη μια να πιέζουμε τις τράπεζες να δίνουν δάνεια, από την άλλη οι τράπεζες να λειτουργήσουν με ζημίες, μετά να λέμε ότι οι τράπεζες έχουν πρόβλημα και πρέπει να κάνουμε ανακεφαλαιοποίηση διότι «κοκκινήσανε» και να γυρνάμε γύρω – γύρω από την ουρά μας;
Η κυβέρνηση έκανε παρέμβαση στις τραπεζικές χρεώσεις. Μείωσε τις τραπεζικές χρεώσεις. Οι τράπεζες πήραν πίσω χρεώσεις που είχαν εξαγγείλει, ακριβώς γιατί τις θεωρούσαμε υπερβολικές.
Αυτά έγιναν τον Νοέμβριο του περασμένου έτους. Μετά από αυτές τις παρεμβάσεις λοιπόν, οι τραπεζικές χρεώσεις στην Ελλάδα είναι πολύ κάτω του Ευρωπαϊκού μέσου όρου.
Πάμε τώρα και σε ένα τελευταίο. Υπάρχει ένα ειδικό σημείο των ηλεκτρονικών συναλλαγών. Με τα στοιχεία που μπορούμε να έχουμε σήμερα, είναι στοιχεία του ’19 και εγώ δεν θέλω να σας κοροϊδέψω, γιατί σας σέβομαι. Προφανώς μέσα στη διάρκεια της κρίσης, εννοώ της τελευταίας, του Covid - 19, οι ηλεκτρονικές συναλλαγές έχουν αυξηθεί πάρα πολύ. Άρα, υπό την έννοια αυτή, μία συζήτηση για το αν υπό το νέο δεδομένο της μεγάλης αυξήσεως των ηλεκτρονικών συναλλαγών θα έπρεπε στο κομμάτι αυτό των τραπεζικών χρεώσεων να υπάρχει μία ευνοϊκότερη αντιμετώπιση του πελάτη, αυτή είναι μία λογική επί της αρχής συζήτηση.
Ως προς τον μεταξύ τους ανταγωνισμό που σπεύδετε να τον ακυρώσετε, εγώ θα σας πω ότι ως αρμόδιος Υπουργός, έχουμε διατάξει όπως ξέρετε έλεγχο για τον ανταγωνισμό των τραπεζών. Αν θυμάστε πριν από μερικούς μήνες είχε γίνει και έφοδος της Επιτροπής Ανταγωνισμού σε όλα τα γραφεία των CEO των μεγάλων συστημικών τραπεζών. Κάτι που δεν έχει γίνει πότε στο παρελθόν στην Ελλάδα. Έχουν συλλεγεί τα στοιχεία. Θα βγάλει πόρισμα η Επιτροπή Ανταγωνισμού.
Εγώ δεν μπορώ να έρθω στη Βουλή και να πω άκριτα ότι δεν λειτουργεί ο ανταγωνισμός. Γιατί, αν δεν λειτουργεί ο ανταγωνισμός, πρέπει να βάλω και πρόστιμα, πρέπει να είμαι αμείλικτος. Το αν λειτουργεί ή όχι ο ανταγωνισμός δεν θα μου το πείτε ούτε εσείς, όμως, θα μου το πει ο αρμόδιος. Ποιος είναι ο αρμόδιος; Η Επιτροπή Ανταγωνισμού.
Εάν βγάλει η Επιτροπή Ανταγωνισμού πόρισμα ότι έχουν εναρμονισμένες πρακτικές, να είστε απολύτως βέβαιος ότι θα είμαστε εκεί να δράσουμε με τρόπο που δεν χρειάζεται να μας υποδείξει κανένας, ξέρουμε καλά να κάνουμε τη δουλειά μας και ποια είναι η ευθύνη μας. Αλλά αυτό θα συζητηθεί σε πραγματικά στοιχεία και όχι απλώς γιατί θέλουμε να το πούμε στη Βουλή προς άγραν εντυπώσεων. Τα υπόλοιπα στη δευτερολογία».
Στη δευτερολογία του ο κ. Γεωργιάδης είπε:
«Είναι αρμοδιότητα του Υπουργείου Οικονομικών, άρα δεν μπορώ να σας πω τι θα κάνουμε. Μπορώ όμως να σας πω γιατί το κάναμε. Δεν το κάναμε για να ενισχύσουμε τις τράπεζες, κάνετε πολύ μεγάλο λάθος. Οι ηλεκτρονικές συναλλαγές δεν ωφελούν τις τράπεζες, ωφελούν το κράτος. Αυτό το ίδιο κράτος που υπηρετείτε και εσείς.
Για ποιο λόγο; Διότι όταν κάνεις ηλεκτρονική συναλλαγή δεν μπορείς να κρύψεις το εισόδημά σου και τις δαπάνες σου. Άρα, οι ηλεκτρονικές συναλλαγές τι πολεμούν κατά βάση; Τη φοροδιαφυγή, το μαύρο χρήμα.
Είστε πολύ έξυπνος - και το πιστεύω- για να μην το καταλαβαίνετε. Εάν μπορούσαμε να το κάνουμε 100% ηλεκτρονικές συναλλαγές και δεν υπήρχαν καθόλου μετρητά, δεν θα υπήρχε μαύρο χρήμα στην Ελλάδα. Είχε εν μέρει επιτευχθεί, ήταν μια θετική παράπλευρη επίπτωση των capital controls, στην πρώτη περίοδο μετά το δημοψήφισμα, όταν είχαν στραφεί όλοι στις ηλεκτρονικές συναλλαγές και έτσι μειώθηκε σε μεγάλο βαθμό το μαύρο χρήμα. Άρα, το κίνητρο δεν είναι η ωφέλεια των τραπεζών, το κίνητρο είναι η ωφέλεια του κράτους. Και δεν μπορεί να είστε υπέρ του μαύρου χρήματος της παραοικονομίας και να είστε βουλευτής, προφανώς κάποια παρεξήγηση υπάρχει μεταξύ μας. Άρα, πάρτε το πίσω όλο αυτό το κομμάτι, είναι ντροπή.
Πάμε τώρα στο μείζον που είναι οι συναλλαγές. Κάνατε μια πολύ ωραία τοποθέτηση. Τι είπατε; Αφού από την πρωτολογία φάνηκε ότι το κομμάτι των συναλλαγών των προμηθειών δεν «βγαίνει», γυρίσατε στο αν οι ελληνικές τράπεζες πληρώνουν παραπάνω τόκους από ότι άλλες ευρωπαϊκές τράπεζες.
Να μια ωραία ερώτηση να κάνετε. Δεν είναι η σημερινή ερώτηση. Εγώ θα ήθελα να γίνει αυτή η συζήτηση στη Βουλή, εάν δηλαδή οι ελληνικές τράπεζες έχουν τελικά μεγαλύτερο περιθώριο επιτοκίου από ότι άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Ότι έχουν υψηλότερα επιτόκια είναι προφανές αλλά δανείζονται και ακριβότερα το χρήμα που δανείζουν. Έχουν και μεγαλύτερο ή είχαν μέχρι πρόσφατα τουλάχιστον “country risk” από ότι άλλες ευρωπαϊκές χώρες που προσέθετε επιπλέον στο επιτόκιό τους.
Άρα η αλήθεια και εδώ πρέπει λογικά να είναι κάπου στη μέση αλλά δεν είμαι βέβαιος ότι έχετε τελείως άδικο, θέλω να είμαι ειλικρινής. Αυτό θα είναι μια καλή συζήτηση, πολύ χρησιμότερη για τους πολίτες από αυτό που έρχεται και επανέρχεται και ξανά επανέρχεται περί των συναλλαγών που το έχουμε απαντήσει 150 φορές.
Τώρα, ως προς το τελευταίο, ότι το κάνατε από αγάπη στην Ελλάδα. Μα όλοι αγαπούμε την Ελλάδα εδώ. Και όποιος αγαπάει την Ελλάδα προφανώς δεν θέλει να καταστραφούν οι τράπεζες. Το ζήσαμε αυτό.
Αυτό το αντιτραπεζικό ότι «σκανδαλωδώς οι κυβερνήσεις ευνοούν τις τράπεζες», το ζήσαμε το ’15. Είμαστε κοντά στην επέτειο του βδελυρού δημοψηφίσματος, του πιο γελοίου και αποτυχημένου δημοψηφίσματος όλων των εποχών, όλων των κρατών, όλων των πλανητών, όλων των γαλαξιών. Και τι καταλάβαμε μετά από αυτό το δημοψήφισμα; Ότι αν πέσουν οι τράπεζες πέφτει όλο το κράτος. Τότε το καταλάβανε, διότι αν πέσουν οι τράπεζες πέφτουν οι καταθέσεις μας και αν πέσουν οι καταθέσεις μας, κλείνουμε όλοι.
Αφήστε λοιπόν τώρα τον λαϊκισμό σε εμάς, τα έχουμε ζήσει αυτά. Οι τράπεζες στηρίχθηκαν στο μέτρο και από όλες τις κυβερνήσεις, σωστά το είπατε, που αν έπεφταν μας έπαιρναν όλους μαζί τους. Και κυρίως πήγαν να πέσουν γιατί; Γιατί είχαν υποχρεωθεί να έχουν τα διαθέσιμά τους σε ομόλογα του ελληνικού δημοσίου τα οποία κουρεύτηκαν κατά το διάστημα του PSI και του πρώτου μνημονίου.
Άρα λοιπόν επιστρέφουμε στη συζήτηση των κανονικών ανθρώπων. Ναι, θα έχουμε τράπεζες. Ναι, οι τράπεζες θα έχουν χρεώσεις. Ναι, οι τράπεζες πρέπει να έχουν κέρδη και ναι, δεν θέλουμε τράπεζες που να είναι προβληματικές. Γιατί αν έχουμε τράπεζες χωρίς κέρδη και προβληματικές καταστρέφεται η δική μας οικονομία.
Να συζητήσουμε πολύ ευχαρίστως τώρα αν λειτουργεί -επαναλαμβάνω -μεταξύ τους ανταγωνισμός, όταν βγει το πόρισμα της Επιτροπής Ανταγωνισμού. Όταν έχουμε το πόρισμα, σας διαβεβαιώ ότι θα κάνουμε αυτή τη συζήτηση. Μέχρι να έχουμε αυτό το πόρισμα, ό,τι λέμε εδώ είναι κουτσομπολιό. Και εγώ ως Υπουργός Ανάπτυξης κουτσομπολιό για το αν λειτουργεί ή όχι ο ανταγωνισμός των τραπεζών δεν θα κάνω. Όταν οι υπεύθυνοι θα καταλήξουν αν λειτουργεί ή όχι ο ανταγωνισμός τότε θα κάνουμε τη συζήτηση.
Περιττό να σας πω ότι a priori στη φάση που είμαστε τώρα μέχρι να βγει το πόρισμα, εγώ ως Υπουργός θα σας πω ότι κατά τη γνώμη μου λειτουργεί η αγορά. Γιατί αν πίστευα κάτι άλλο θα είχαμε μεγάλο πρόβλημα.
Παρά ταύτα αναμένουμε το πόρισμα της Επιτροπής Ανταγωνισμού. Και τότε εδώ θα είμαστε να συζητήσουμε περί του μεταξύ τους ανταγωνισμού»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου