Με τον όρο «παράγοντας κινδύνου» χαρακτηρίζουμε έναν παράγοντα, όπως μια συνήθεια ή ένα φυσικό χαρακτηριστικό που αυξάνει τον κίνδυνο για ανάπτυξη καρκίνου του μαστού. Κάποιοι παράγοντες κινδύνου είναι μεταβλητοί, δηλαδή το άτομο μπορεί να τους αποφύγει , χωρίς να σημαίνει όμως πως μηδενίζει με αυτό τον τρόπο τον κίνδυνο εκδήλωσης της νόσου. Υπάρχουν επίσης, παράγοντες κινδύνου, που το άτομο δεν μπορεί να αποφύγει και είναι αμετάβλητοι. Όταν ένα άτομο έχει έναν ή περισσότερους παράγοντες κινδύνου (μεταβλητούς και αμετάβλητους), δεν σημαίνει ότι θα αναπτύξει απαραίτητα καρκίνο του μαστού.
Παρακάτω παρατίθενται οι μεταβλητοί παράγοντες κινδύνου για ανάπτυξη καρκίνου του μαστού.
ΜΕΤΑΒΛΗΤΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ
· Αυξημένο σωματικό βάρος. Ο λιπώδης ιστός του σώματος δεν αποτελεί απλώς μια αποθήκη λίπους και ενέργειας, αλλά ένα όργανο που παράγει ορμόνες και συγκεκριμένα οιστρογόνα. Τα οιστρογόνα είναι ορμόνες οι οποίες δρουν επιβαρυντικά για την ανάπτυξη του καρκίνου του μαστού. Μετά την εμμηνόπαυση η παραγωγή οιστρογόνων γίνεται κυρίως από τον λιπώδη ιστό (οι ωοθήκες έχουν πάψει να παράγουν οιστρογόνα όπως άλλοτε έκαναν). Συνεπώς, όσο περισσότερο λιπώδη ιστό έχει η γυναίκα μετά την εμμηνόπαυση, τόσο μεγαλύτερη είναι η παραγωγή οιστρογόνων και άρα τόσο περισσότερο αυξάνεται ο κίνδυνος ανάπτυξης καρκίνου του μαστού. Το αυξημένο σωματικό βάρος πριν την εμμηνόπαυση έχει συσχετιστεί με την ανάπτυξη ενός πιο σπάνιου τύπου καρκίνου του μαστού. Επίσης, τα άτομα με αυξημένο σωματικό βάρος, τείνουν να έχουν αυξημένα, στο αίμα, επίπεδα μιας άλλης ορμόνης που λέγεται ινσουλίνη. Η ινσουλίνη έχει συσχετιστεί με αυξημένο κίνδυνο για ανάπτυξη καρκίνο του μαστού, καθώς επίσης και άλλων τύπων καρκίνου.
Προτείνεται η διατήρηση φυσιολογικού σωματικού βάρους καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής της γυναίκας, με υγιεινή διατροφή και άσκηση.
· Γυναίκες που δεν γέννησαν παιδιά ή γέννησαν μετά τα 30 έτη της ηλικίας τους. Οι γυναίκες που ανήκουν σε αυτή την ομάδα έχουν ελαφρώς πιο αυξημένο κίνδυνο για ανάπτυξη καρκίνου του μαστού. Σε αντίθεση με τις γυναίκες που έχουν πραγματοποιήσει αρκετούς τοκετούς με τον πρώτο τοκετό να ήταν σε μικρή ηλικία, οι οποίες φαίνεται να έχουν χαμηλότερο κίνδυνο για ανάπτυξη καρκίνου του μαστού σε σχέση με το μέσο όρο.
· Γυναίκες που δεν θήλασαν (το/α παιδί/ά τους). Μελέτες έδειξαν πως ο θηλασμός μειώνει ελαφρώς τον κίνδυνο για ανάπτυξη καρκίνου του μαστού, ιδιαίτερα όταν αυτός φτάνει ή ξεπερνά το έτος. Μία εξήγηση για το οποίο μπορεί να συμβαίνει αυτό, είναι η πιθανή μείωση των εμμηνορησιακών κύκλων κατά το χρονικό διάστημα του θηλασμού, και επομένως μικρότερη έκθεση του οργανισμού στα οιστρογόνα. (Σε αυτό το σημείο, αξίζει να σημειωθεί πως η καθυστερημένη εμφάνιση του πρώτου εμμηνορρησιακού κύκλου στη ζωή της γυναίκας και η πρόωρη εμμηνόπαυση φαίνεται να μειώνει τον κίνδυνο για ανάπτυξη καρκίνου του μαστού για τον ίδιο παραπάνω λόγο. Παράγοντες αμετάβλητοι)
· Συστηματική χρήση αλκοόλ. Η χρήση αλκοόλ έχει θετική συσχέτιση με τον κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του μαστού, αυτό σημαίνει ότι όσο περισσότερη είναι η κατανάλωση αλκοόλ, τόσο αυξάνεται ο κίνδυνος ανάπτυξης καρκίνου του μαστού. Σύμφωνα με το American Cancer Society, οι γυναίκες που καταναλώνουν ένα ποτήρι αλκοόλ ημερησίως, αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης της νόσου κατά 7-10%, ενώ οι γυναίκες που καταναλώνουν δύο με τρία ποτήρια αλκοόλ ημερησίως, αυξάνουν τον κίνδυνο κατά 20% σε σχέση με γυναίκες που δεν καταναλώνουν καθόλου αλκοόλ. Η κατανάλωση αλκοόλ έχει αθροιστική δράση στον οργανισμό, αυτό σημαίνει πως αν ένα άτομο καταναλώσει εφτά ποτήρια αλκοόλ σε δύο ημέρες και τις υπόλοιπες πέντε ημέρες της εβδομάδος δεν καταναλώσει καθόλου αλκοόλ, είναι σα να κατανάλωσε ένα ποτήρι αλκοόλ ημερησίως. Η χρήση αλκοόλ αποτελεί παράγοντα κινδύνου και για άλλους τύπους καρκίνου. Προτείνεται η μη κατανάλωση αλκοόλ.
Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με το αλκοόλ πατήστε στον παρακάτω σύνδεσμο.
https://kozanimedia.gr/archives/527991#.X98JD9IzbIU
· Αντισυλληπτικά μέτρα. Οι αντισυλληπτικές μέθοδοι που βασίζονται σε ορμονοθεραπεία, φαίνεται να αυξάνουν τον κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του μαστού. Τα αντισυλληπτικά χάπια ανήκουν σε αυτή την κατηγορία και από τη στιγμή που η γυναίκα τα διακόπτει, χρειάζονται 10 χρόνια ώστε ο κίνδυνος να μειωθεί. Επίσης, η ενέσιμη αντισύλληψη (έγχυση προγεστερόνης), ο κολπικός δακτύλιος, η ενδομήτρια αντισύλληψη (σπιράλ), το αυτοκόλλητο αντισυλληπτικό βασίζονται στην ορμονοθεραπεία και θεωρητικά μπορούν να αποτελέσουν παράγοντες κινδύνου στον καρκίνο του μαστού, όμως η πιθανότητα αυτή βρίσκεται υπό διερεύνηση.
· Απουσία φυσικής άσκησης και δραστηριότητας. Η συστηματική δραστηριότητα συμβάλλει στη μείωση του κινδύνου εμφάνισης καρκίνου του μαστού, κυρίως σε γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση. Συστήνεται καθημερινή τουλάχιστον 30’ φυσική άσκηση. Όσο περισσότερη είναι η φυσική δραστηριότητα τόσο καλύτερη και η συνολική υγεία του ατόμου.
· Ορμονοθεραπεία μετά την εμμηνόπαυση. Η ορμονοθεραπεία που χρησιμοποιείται για τα συμπτώματα της εμμηνόπαυσης και για την προφύλαξη του ατόμου από την οστεοπόρωση, συμπεριλαμβάνει αρκετά σχήματα θεραπείας. Κάποια από τα οποία έχει βρεθεί ότι αυξάνουν τον κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του μαστού. Συστήνεται η επικοινωνία με το θεράποντα Ιατρό σας.
Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι υπάρχουν επιπλέον παράγοντες κινδύνου υπό διερεύνηση που πιθανόν να σχετίζονται με την εμφάνιση καρκίνου του μαστού. Τέτοιοι παράγοντες με ισχυρή ένδειξη είναι η έλλειψη βιταμίνης D, η έκθεση στο φως κατά τη διάρκεια της νύχτας όπως σε περιοχές με έντονο φωτισμό για αυτοκινητόδρομους ή σε περιπτώσεις νυχτερινής εργασίας, διάφορες χημικές ουσίες σε καλλυντικά προϊόντα, σε επεξεργασμένες τροφές κλπ.
ΠΗΓΕΣ
Breast Cancer Organization
American Cancer Society
*Ζωή Νίτσα, Ειδικευόμενη Ιατρός Γενικής Χειρουργικής στο Αντικαρκινικό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης «Θεαγένειο»
Βασικές Σπουδές: Ιατρική στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης , Medicine in University of Antwerp
Master of Clinical and Surgical Anatomy
Master of Pelvic Surgery
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου